- φλογερῆς
- φλογερόςblazingfem gen sg (epic ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
χιλή — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Χιλής Συντομευμένη Ονομασία: Χιλή Εκταση: 756.950 τ.χλμ. Πληθυσμός: 15.498.930 (Ιούλιος 2002) Πρωτεύουσα: ΣαντιάγοΚράτος της Νότιας Αμερικής. Συνορεύει στα Β και ΒΑ με το Περού και τη Βολιβία αντίστοιχα και στα Α… … Dictionary of Greek
Ζιροντού, Ζαν — (Jean Giraudoux, Μπελάκ, Oτ Βιεν 1882 – Παρίσι 1944). Γάλλος λογοτέχνης και θεατρικός συγγραφέας. Μετά την αποφοίτησή του από το γυμνάσιο και την εγγραφή του στο École Normal Supérieure, πραγματοποίησε πολλά ταξίδια στην Ευρώπη και στην Αμερική,… … Dictionary of Greek
Μπερλιόζ, Λουί Εκτόρ — (Luis Hector Berlioz, Λα Κοτ Σεντ Αντρέ 1803 – Παρίσι 1869). Γάλλος συνθέτης. Η σπάνια προσωπικότητά του μόνο τελευταία εκτιμήθηκε, στην έκταση της πολύμορφης δραστηριότητάς του ως μελετητή, μαχητή, συνθέτη, διευθυντή ορχήστρας και τέλος… … Dictionary of Greek
Πολυδούρη, Μαρία — (Καλαμάτα 1902 – Αθήνα 1930). Ελληνίδα ποιήτρια. Μετά τις γυμνασιακές σπουδές της στην Καλαμάτα φοίτησε δυο χρόνια στο Αρσάκειο της Αθήνας, ύστερα επέστρεψε στη γενέτειρά της, όπου διορίστηκε υπάλληλος στη διοίκηση. Αργότερα ταξίδεψε στο Παρίσι… … Dictionary of Greek
Ρόισμπρουκ, Γιον βον — (Ruysbroeck ή Ruusbroec, Ρόισμπρουκ, Βρυξέλες 1293 – Γκρένεντελ, Βραβάντη 1381). Φλαμανδός μυστικιστής. Αφού χειροτονήθηκε κληρικός το 1317, έγινε εφημέριος της Αγίας Γουδούλης στις Βρυξέλες. Το 1343 αποσύρθηκε με μερικούς οπαδούς του στο δάσος… … Dictionary of Greek